Skip to main content

Στις πλατφόρμες γνωριμιών, πάντοτε καλούμαστε να απαντήσουμε στην ερώτηση «τι ψάχνουμε»: σχέση, κάτι πρόσκαιρο, γάμο, σεξ, ραντεβού, φίλοι… Κάποιοι από μας παίρνουν αυτές τις δηλώσεις στα σοβαρά: π.χ. αν ένα προφίλ λέει ότι ψάχνει κάτι χαλαρό ή μόνο σεξ, όσες ψάχνουμε σχέση το προσπερνάμε. Κατά τη γνώμη μου, αυτές οι δηλώσεις δεν έχουν ιδιαίτερο νόημα και δεν πρέπει να τις παίρνουμε τοις μετρητοίς. Αν η δήλωση του τι ψάχνουμε –είτε σ’ ένα προφίλ γνωριμιών είτε ως απάντηση σ’ ένα πρώτο ραντεβού– ήταν ένα στοιχειώδες GPS για το πού μπορεί να βγάλει μια γνωριμία, θα έδειχνε στην καλύτερη περίπτωση σε ποια ήπειρο βρισκόμαστε, ούτε καν πόλη, πόσο μάλλον συγκεκριμένη οδό.

Γιατί υπάρχει καν αυτή η ερώτηση στα σάιτ γνωριμιών ή γιατί την κάνουμε ο ένας στον άλλον στις πρώτες επαφές μας; Ο κύριος λόγος είναι για να μειώσουμε την αβεβαιότητα. Για πολλούς από μας μάς είναι σημαντικό να βεβαιωθούμε, όσο το δυνατόν περισσότερο και όσο το δυνατόν νωρίτερα, αν έχουμε παρόμοιες επιθυμίες, αν είμαστε στην ίδια σελίδα, όπως το θέτει η νέα έκφραση που έχουμε εισαγάγει. Και γιατί προσπαθούμε να μειώσουμε την αβεβαιότητα; Μα φυσικά για να μην πληγωθούμε. Αν το ένα άτομο αναζητά κάτι πρόσκαιρο, ενώ το άλλο άτομο επιθυμεί να βρει έναν σύντροφο ζωής, ε, μάλλον δεν υπάρχει συμβατότητα και άρα ίσως είναι πιο ασφαλές (και ίσως λιγότερη σπατάλη χρόνου) να μην κάνουμε καν αυτή τη γνωριμία.

Ακούγεται λογικό και πειστικό επιχείρημα, όμως στην ουσία δεν στέκει. Διότι ο συνολικός συλλογισμός ξεκινά από λάθος βάση. Όταν στο προφίλ μου γράφω «αναζητώ σταθερή σχέση» ή δίνω αυτή την απάντηση σ’ ένα πρώτο ραντεβού ή, αντίθετα, γράφω ή λέω «ψάχνω μόνο σεξ», αυτό που κάνω ουσιαστικά είναι να δηλώσω μια επιθυμία μου. Κι αν ισχύει κάτι για τις επιθυμίες μας είναι πως είναι ασταθείς και συχνά αντιφατικές: θέλω και να χάσω βάρος και να τσακίσω αυτή την τούρτα· θέλω και να σηκωθώ να φύγω από μια απαίσια δουλειά και να έχω να φάω· θέλω και να συντροφευτώ σε μια καλή, σταθερή σχέση και να βγάλω τα μάτια μου σαν να μην υπάρχει αύριο.

Οι άνθρωποι έχουμε πολλές επιθυμίες. Ταυτόχρονα. Επίσης, οι επιθυμίες μας συχνά επηρεάζονται από τις εκάστοτε συνθήκες· μπορεί να θέλω κάτι διακαώς, αλλά να μην έχω κουράγιο να το κυνηγήσω τώρα γιατί παραείμαι κουρασμένος ή απογοητευμένος. Άλλες φορές, μια ισχυρή επιθυμία μας παραγκωνίζεται λόγω ενός νέου απρόσμενου ερεθίσματος. π.χ., ξαναπάω σ’ ένα εστιατόριο για να ξαναφάω τον τέλειο μουσακά που έφαγα την τελευταία φορά, αλλά φτάνοντας εκεί βλέπω στο μενού ένα άλλο πιάτο, που μου τραβάει την προσοχή και τελικά παραγγέλνω αυτό αντί για τον μουσακά, τον οποίο λιγουρευόμουν εδώ και μέρες και για τον οποίο κινητοποιήθηκα να ξαναπάω σ’ αυτό το εστιατόριο. Δηλαδή, η αρχική επιθυμία μου αναιρέθηκε λόγω μιας νέας πιο επιθυμητής πραγματικότητας, που δεν είχα προβλέψει.

Κάποιες επιθυμίες μας είναι πιο παροδικές, ενώ άλλες είναι πιο διαχρονικές. Όμως κάθε φορά, ζω αναγκαστικά κάθε επιθυμία μου μέσα σε συγκεκριμένες συνθήκες, που επηρεάζουν το τι θέλω, πόσο το θέλω και τι είμαι διατεθειμένη να κάνω για να το πετύχω. Αστάθμητοι παράγοντες όπως η ψυχική και σωματική μου κατάσταση, οι διάφορες συγκυρίες (μια απώλεια, μια νέα δουλειά, μια αρρώστια) ή οι πρόσφατες εμπειρίες μου (θετικές ή αρνητικές) επηρεάζουν καταλυτικά το τι θέλω και το πόσο διατεθειμένος είμαι να το κυνηγήσω. Ακόμα και το τι κάνει ο στενός μου κύκλος επηρεάζει το τι (νομίζω ότι) θέλω. Οι άνθρωποι επηρεαζόμαστε από τους ομοίους μας πολύ περισσότερο απ’ ό,τι θέλουμε να παραδεχτούμε.

Το προφίλ που φτιάχνω ή οι απαντήσεις που δίνω σ’ ένα πρώτο ραντεβού αποκαλύπτουν περισσότερα για τις πιο πρόσφατες εμπειρίες και την τωρινή μου ψυχολογία παρά για το τι άνθρωπος είμαι πραγματικά: αν μόλις βγήκα από μια κακή (ή καλή) σχέση, αν έχω καιρό να κάνω σεξ, αν νιώθω μοναξιά ή αν πλαισιώνομαι από καλούς φίλους, πόσο άνετη είμαι με τη σεξουαλικότητά μου ή με το σώμα μου κτλ. Ακόμα και να ταυτιστούμε 100% στη δηλωμένη επιθυμία μας (κι οι δύο ψάχνουμε σχέση ή κι οι δύο ψάχνουμε μόνο σεξ), αυτή η ταύτιση δεν προσφέρει καμία μα καμία εγγύηση ή βεβαιότητα για τη συνέχεια της γνωριμίας. Επειδή ό,τι και να επιθυμούμε, πάλι θα χρειαστεί να γνωριστούμε για να δούμε αν μας βγαίνει στην πράξη (είτε η σχέση είτε το φάσωμα). Το συχνό αντεπιχείρημα πως αν ψάχνουμε το ίδιο πράγμα, μειώνουμε το ρίσκο ν’ απογοητευτούμε δεν ισχύει στην πράξη. Ακόμα κι αν έχουμε κι οι δύο ξεκαθαρίσει από πριν τι ψάχνουμε δεν μπορούμε να προεξοφλήσουμε την έκβαση της γνωριμίας μας. Λόγου χάρη, ακόμα κι αν πάρουμε όρκο πως κι οι δύο ψάχνουμε σχέση, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα μας βγει, όσα ραντεβού και να κάνουμε.

Ο λόγος γι’ αυτό είναι πως τη σχέση δεν γίνεται να την ψάξουμε. Τη φτιάχνουμε! Δεν προϋπάρχει σαν ένα μετάλλευμα, που καλούμαστε να εξορύξουμε από ένα βράχο ή ένα πολύτιμο πετράδι, που είναι κρυμμένο κάπου και το αναζητούμε. Δεν υπάρχει από πριν για να τη βρούμε. Δεν θα συναντήσω ποτέ έναν άνθρωπο (διαδικτυακά ή από κοντά) και θ’ αναφωνήσω: «να η σχέση που έψαχνα!»

Η σχέση φτιάχνεται. Την κατασκευάζω εγώ, μαζί μ’ έναν άλλον άνθρωπο, με τον οποίο ακόμη δεν γνωριζόμαστε. Και σ’ αυτό το σημείο είναι που προκύπτει όλη η τρομαχτική αβεβαιότητα, την οποία προσπαθώ να περιορίσω αναλύοντας το προφίλ του άλλου μέχρι εξάντλησης ή βομβαρδίζοντάς τον με ερωτήσεις για το τι ψάχνει. Ό,τι και να έχει γράψει στο προφίλ του, ό,τι και να νομίζω ότι ξέρω γι’ αυτόν, όση εξονυχιστική ανάλυση των υποτιθέμενων red flags κάθομαι και κάνω, χρειάζεται να γνωριστούμε σιγά σιγά και μαζί δούμε αν τα υλικά που έχει εκείνος και τα υλικά που έχω εγώ μπορούν να συνδυαστούν σ’ ένα νέο υλικό, ένα νέο μόρφωμα που δεν έχει ξαναϋπάρξει ποτέ στο παρελθόν, ένα νέο δημιούργημα που θ’ αποτελείται από κομματάκια εκείνου κι εμένα και το οποίο είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο στη συγκεκριμένη, ιδιότυπη μορφή του. Και το οποίο είναι ανθρώπινα αδύνατο να έχουμε προβλέψει από πριν.

Δεν υπάρχει κανείς τρόπος να ξέρω εκ των προτέρων αν μια άνθρωπος θα με εμπνεύσει, θα με αφήσει αδιάφορο ή θα με απογοητεύσει. Μια γνωριμία δεν είναι ποτέ το απλό άθροισμα δύο ανεξάρτητων ατόμων. Όπως μ’ ένα κέικ, αν ρίξω σ’ ένα μπολ αλεύρι, κακάο, ζάχαρη, μπέικιν πάουντερ και γάλα, δεν προκύπτει κέικ, έτσι δεν προκύπτει σχέση όταν γνωριστούν δυο άνθρωποι. Χρειάζεται να γίνει ένα κυριολεκτικό ζύμωμα, μια μεταφορική ζύμωση, ένα ψήσιμο (pun intended) και μετά ίσως να προκύψει κέικ (το οποίο ενίοτε δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μας, παρότι ακολουθήσαμε πιστά τη συνταγή: αλλιώς το περιμέναμε κι αλλιώς μας βγήκε). Όταν φτιάχνω κέικ, δεν αρκεί η ξεκάθαρη και ειλικρινής πρόθεσή μου για να πετύχει. Χρειάζεται να έχω τα κατάλληλα υλικά, αλλά ούτε αυτά από μόνα τους αρκούν για να πετύχει η προσπάθειά μου και να φάω τελικά ένα κέικ που θα το απολαύσω και θα θέλω να συνεχίσω να το τρώω. Όσοι έχουν ασχοληθεί με ζαχαροπλαστική, γνωρίζουν πόσα μπορούν να πάνε στραβά, ακόμα κι όταν ακολουθούμε τη συνταγή ευλαβικά. Άσε που και να βγει το κέικ ακριβώς όπως λέει η συνταγή, δεν είναι εγγυημένο ότι θα μου αρέσει. Στη φωτογραφία φαινόταν τέλειο, ακριβώς αυτό που θέλω στη ζωή μου, όμως γεύομαι το τελικό προϊόν στην πράξη, ενδέχεται να μη μου κάθεται καλά. Κάποια κέικ παρουσιάζονται υπερτέλεια στα βιβλία συνταγών και τα ποθούμε στη θεωρία, όμως στην πράξη, δεν ταιριάζουν απόλυτα στις ανάγκες γούστα μας. Το ίδιο και μια σχέση ή ένα σεξ.

Δεν υπάρχει κανένας μα κανένας τρόπος να γνωρίζω από πριν αν τα δικά υλικά του άλλου και τα δικά μου υλικά μπορούν να συνδυαστούν σε κάτι που να βγάζει νόημα, ακόμα κι αν ευθύς εξαρχής κι οι δυο μας ταυτιζόμαστε ως προς το τι επιθυμούμε. Ακόμα κι αν «ξέρω τι θέλω». Διότι σε μια νέα γνωριμία δεν καλούμαι ν’ ανακαλύψω τον άλλον· καλούμαι ν’ ανακαλύψω κι εμένα την ίδια! Σε μια νέα γνωριμία, συστήνομαι στον άλλον, και το βλέμμα του άλλου πάνω μου με επαναδημιουργεί. Θα υπάρξω γι’ αυτόν τον καινούργιο άνθρωπο μ’ έναν τρόπο που δεν έχω ξαναϋπάρξει. Η κάθε σχέση είναι μια άγνωστη τοποθεσία, που δεν γίνεται να ξέρω από πριν αν θα μου κάνει. Όλο αυτό έχει μεγάλη αβεβαιότητα, η οποία μας τρομάζει.

Και τι κάνουμε; Προσπαθούμε να τη μειώσουμε, αναζητώντας εγγυήσεις από πριν: προσεγγίζουμε τα ραντεβού σαν να είναι συνέντευξη για δουλειά και προσπαθούμε να διαπιστώσουμε αν ο άλλος έχει τα κατάλληλα προσόντα για να καλύψει την κενή θέση εργασίας. Κανείς δεν περνάει καλά σε μια συνέντευξη για δουλειά! Δεν γίνεται να χαλαρώσουμε και να βγάλουμε τον καλύτερο εαυτό μας, όταν νιώθουμε ότι ο άλλος μας αξιολογεί ή, πάλι, όταν εμείς αξιολογούμε τον άλλον κι ανησυχούμε μην προσλάβουμε λάθος άτομο. Γι’ αυτό και τόσα ραντεβού πάνε άπατα. Όσο τεχνηέντως, έμμεσα ή χαριτωμένα κι αν νομίζω ότι το κάνω, αν μέσα μου η αφετηρία μου είναι τύπου «μου κάνει αυτός για σύντροφος ή τζάμπα σπαταλάω τον χρόνο μου;», θα βγει αυτό στην αλληλεπίδρασή μας και θα δημιουργήσει άγχος και αμηχανία και στους δυο.

Θα μας βοηθούσε πολύ περισσότερο να προσεγγίζαμε τα ραντεβού σαν παιχνίδι: Παλέρμο, παντομίμα ή μπιρίμπα κι όχι σαν Πανελλήνιες, για να περάσουμε στη σχολή που θέλουμε, ώστε να εξασφαλίσουμε την αποκατάστασή μας (που ανάθεμα κι αν η σχολή στην οποία μπήκαμε ανταποκρίθηκε τελικά στις πραγματικές μας επιθυμίες ή μας εξασφάλισε τα προς το ζην). Θα νιώθω πολύ πιο χαλαρός, άνετος και άρα ίσως πιο ελκυστικός, αν πηγαίνω στο ραντεβού σαν να πηγαίνω για να παίξω μ’ ένα άλλο παιδάκι: μπορεί να ταιριάξουμε και άρα ν’ αποφασίσουμε να ξαναβρεθούμε και να συνεχίσουμε το παιχνίδι μας, αλλά μπορεί και να μην ταιριάζουν τα χούγια μας, οι ενέργειές μας, οι απόψεις μας, η περιβόητη χημεία. Ή, ακόμα χειρότερα, η μία απ’ τις δυο μας να θέλει να συνεχίσει το παιχνίδι της γνωριμίας ενώ η άλλη όχι.

Στα 37 μου, όντας εκτός σχέσης ήδη ένα χρόνο και κάτι, κανόνισα ένα σεξοραντεβού μ’ έναν τύπο· μόνο για ένα μισάωρο, συνεννοηθήκαμε, επειδή κι οι δύο είχαμε άλλα πράγματα για μετά. Τελικά, το μισάωρο σεξ κράτησε οχτώ ώρες (ακυρώσαμε κι οι δυο μας ό,τι είχαμε κανονίσει). Σ’ εκείνο το πρώτο ραντεβού, ο τύπος με ρώτησε αν ψάχνω σχέση. «Όχι», του απάντησα ψέματα. Ο λόγος που του είπα ψέματα ήταν επειδή ανησυχούσα πως αν του έλεγα την αλήθεια ότι ήθελα σχέση, θα τον τρόμαζα. «Ούτε εγώ ψάχνω σχέση», μου είπε. Τελικά, προέκυψε μια όμορφη συντροφική σχέση που κράτησε δυόμισι χρόνια, ανεξάρτητα από το τι έλεγαν τα προφίλ μας ή τι δηλώσαμε στο πρώτο ραντεβού μας.

Είτε ψάχνουμε μόνο σεξ είτε μόνο σχέση είτε έναν συνδυασμό των δύο, πάντα θα υπάρχει αβεβαιότητα και πάντα η γνωριμία θα είναι απρόβλεπτη. Τη σχέση τη φτιάχνουμε κομματάκι κομματάκι, ραντεβού ραντεβού, παρεξήγηση εξήγηση· δεν τη βρίσκουμε ετοιμοπαράδοτη κάπου.

Leave a Reply