Skip to main content

του Λύο Καλοβυρνά

Όταν είσαι λοατκι, ένα από τα μεγαλύτερα βάσανα, ειδικά όταν είσαι μικρός/ή, είναι τι θα σκεφτούν οι άλλοι για σένα. Θα σε κρίνουν μόνο με βάση αυτό το χαρακτηριστικό σου; Θα σε κατατάξουν σε κάποιο κουτάκι γεμάτο απαίσια στερεότυπα; Θα σε αποφύγουν; Θα σε κράξουν; Θα σε απορρίψουν; Θα σε δουν σαν κάτι το εξωτικό ή σαν αξεσουάρ για να φαίνονται προχώ; Θα σου επιτεθούν; Ή θα σε δουν σαν έναν απλό άνθρωπο, αχρωμάτιστο από τον σεξουαλικό σου προσανατολισμό; Όταν είμαστε λοατκι είναι σαν να αυτό το χαρακτηριστικό να καπελώνει όλα τα άλλα – δεν είμαι ο Λύο, είμαι ο γκέι Λύο.

Το να μας απασχολεί η γνώμη των άλλων είναι απόλυτα φυσιολογικό και απαραίτητο για τους ανθρώπους ως είδος, αφού η ίδια μας η επιβίωση (και σωματική και ψυχική) εξαρτάται από την πετυχημένη συμμετοχή μας σε ομάδες ανθρώπων. Το θέμα δεν είναι να πάψει να μας απασχολεί η γνώμη των άλλων (κάτι έτσι κι αλλιώς ανέφικτο και ανόητο) αλλά ποιων άλλων και σε ποιο βαθμό. Κι αυτό έχει φυσικά εξαρτάται ουσιαστικά από τη γνώμη που έχουμε εμείς οι ίδιες-οι για τον εαυτό μας.

Σκεφτόμαστε τόσο πολύ τι θα σκεφτούν οι άλλοι για μας, που ξεχνάμε τι σκεφτόμαστε εμείς οι ίδιοι για τον εαυτό μας. Και δυστυχώς, συνήθως οι λοατκι έχουμε άσχημη γνώμη για τον εαυτό μας και τη ζωή που μας περιμένει λόγω των αρνητικών στερεοτύπων που έχουμε ενδοβάλει χωρίς να το έχουμε αντιληφθεί. Αυτό οφείλεται και στο ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι πιο σημαντικός για τους λοατκι παρά για τους στρέιτ. Στο ετεροκανονικό τοπίο στο οποίο ανατρεφόμαστε όλες-οι μας, ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν αποτελεί σημαντικό στοιχείο παρά μόνο όταν διαφέρουμε από αυτό που έχει ταξινομηθεί ως φυσιολογικό. Λόγου χάρη, οι Έλληνες δεν αυτοπροσδιοριζόμαστε ως λευκοί γιατί ιστορικά δεν υπήρχαν μαύροι για να χρειαστεί να διαφοροποιηθούμε εμείς ως λευκοί – δηλαδή, το χρώμα του δέρματός μας δεν αποτελεί σημαντικό στοιχείο ταυτότητας για εμάς όπως για τους μη λευκούς. Πιο απλά, οι στρέιτ δεν αυτοπροσδιορίζονται ως στρέιτ γιατί δεν έχουν καμία ανάγκη να προβληματιστούν για τον σεξουαλικό προσανατολισμό τους γιατί είναι κάτι τόσο φυσικό, όσο η αναπνοή τους. Δεν χολοσκάνε: «Ωχ τώρα αναπνέω! Τι θα σκεφτούν οι άλλοι; Μήπως ν’ αναπνέω πιο σιγανά;» Οι λοατκι, αντίθετα, είμαστε συνεχώς σε μια αναμέτρηση με τον προσανατολισμό μας: να τον φανερώσω; Πόσο; Σε ποιους; Πότε; Τι θα συμβεί; Πώς θα το πάρουν; Είμαι ασφαλής εδώ;

Πολλοί-ές από μας έχουμε πειστεί ότι το να είσαι λοατκι σε κάνει κάτι λιγότερο, είναι μια ρετσινιά, ένα κουσούρι, κάτι που χρειάζεται να αντισταθμίσουμε, να περιορίσουμε ή να εξευγενίσουμε, απορρίπτοντας τις άσχημες πλευρές του. Είναι μια στάση που υιοθετούν πολλά λοατκι άτομα, π.χ. «Ναι, είμαι γκέι, αλλά όχι σαν τις ξεφωνημένες! Είμαι από τους σοβαρούς. Δεν είναι ωραίο να προκαλούμε».

Ταυτόχρονα, κάθε τόσο δεχόμαστε επιθέσεις ότι τάχα μου κάνουμε τόσο μεγάλο θέμα τον προσανατολισμό μας από ανθρώπους που έχουν την πολυτέλεια να μην τους απασχολεί καθόλου ο δικός τους. Ο σεξουαλικός μας προσανατολισμός δεν είναι κάτι που κάνουμε μόνο στο κρεβάτι μας· επηρεάζει όλη μας τη ζωή: ποιον ερωτευόμαστε, με ποιον μοιραζόμαστε τη ζωή μας, ποιοι είναι οι σημαντικοί άνθρωποι γύρω μας, τον τρόπο που σχετιζόμαστε. Όπως και για τους στρέιτ, άλλωστε, αλλά αυτοί δεν χρειάζεται να ασχολούνται με το θέμα· τα ετεροκανονικά προνόμια συνεπάγονται ότι πολλοί-ές ετεροφυλόφιλοι/ες δυσκολεύονται να κατανοήσουν τον βαθμό στον οποίο η σεξουαλική ταυτότητα καθορίζει καταλυτικά ολόκληρη τη ζωή ενός μη στρέιτ ατόμου, επειδή επηρεάζει και διαμορφώνει συνολικά τις ευκαιρίες που έχει στη διάθεσή του.

Δυστυχώς οι λοατκι εκπαιδευόμαστε από πολύ μικρή ηλικία να κρύβουμε αυτή τη σημαντικότατη πλευρά του εαυτού μας. Αυτολογοκρινόμαστε. Βέβαια, όλοι οι άνθρωποι αυτολογοκρινόμαστε ως ένα βαθμό· δεν φερόμαστε το ίδιο παντού και πάντοτε. Στο αφεντικό μας δεν μιλάμε όπως στον/στη σύντροφό μας. Οι λοατκι όμως αυτολογοκρινόμαστε σε υπερβολικό βαθμό. Έχουμε μάθει να κρυβόμαστε σαν να είναι κάτι το κακό, κάτι που «δεν αφορά τους άλλους», ενώ σαφώς τους αφορά, ειδικά τον φιλικό και κοινωνικό κύκλο μας. Μας αναγκάζουμε να περνάμε από μια διαδικασία κλαδέματος πληροφοριών κάθε φορά που συναναστρεφόμαστε. Κόβουμε γένη, κόβουμε ιστορίες, στραμπουλιόμαστε για να γίνουμε κάποιοι άλλοι ή ο κανένας – μια αποστειρωμένη, ασέξουαλ παραλλαγή μας.

Αυτή η αυτολογοκρισία έχει μεγάλο ψυχολογικό κόστος. Δεν το συνειδητοποιούμε, επειδή έχουμε μάθει να το κάνουμε από μικρές-οι, αλλά είναι ένα άγριο κλάδεμα, που αφήνει ουλές στον τρόπο που επικοινωνούμε και σχετιζόμαστε με τους άλλους. Δεν γίνεται να είμαστε στην τσίτα συνέχεια χωρίς ζημιά. Κάποιοι-ες από μας έχουμε μάθει να κλαδευόμαστε τόσο καλά που μας έχει γίνει δεύτερη φύση· έχουμε γίνει σαν ανθρώπινα μπονσάι. Αυτή η προσποίηση, αυτό το κρύψιμο, μπορεί να κρατήσουν ολόκληρες δεκαετίες. Έχω γνωρίσει άντρες και γυναίκες που μόνο μετά τα σαράντα ή τα πενήντα βρήκαν το ψυχικό σθένος να αντέξουν την αλήθεια τους και να αποκαλύψουν ότι είναι γκέι. Μέχρι τότε είτε ζούσαν διπλή ζωή είτε δεν ζούσαν καθόλου: απαρνιούνταν συνολικά τη σεξουαλικότητά τους. Εξάλλου, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να κρύψεις κάτι είναι να το κρύψεις και από τον ίδιο σου τον εαυτό.

Leave a Reply